Πέμπτη 15 Μαρτίου 2018

λογίδριο σε ερώτηση σε φανταστική συνέντευξη σ' εμένα, γιατί είμαι ένα ματαιόδοξο γουρούνι αυτοαναφοράς

©van Gogh


Αυτό που πιστεύω για τον θάνατο είναι ότι επιστρεφόμαστε. Ναι, αυτό το ακράδαντο της διατήρησης της μάζας και της ενέργειας που πάντα επιστρέφει από αυτή την πύκνωση που είμαστε και κάνουμε. Το φιλί που δίνει  μάγουλό σου στα χείλη μου, ο ήλιος του μεσημεριού στη θάλασσα που αντανακλάται στον ουρανό. Δεν πιστεύω στην αιώνια επιστροφή ως κάτι που επαναλαμβάνεται αιωνίως στον πεπερασμένο χρόνο, με πεπερασμένο όγκο και σε πεπερασμένο χώρο, αλλά στην αιώνια επιστροφή των βασικών συστατικών της ύλης, της ενέργειας και των συγκυριών σε άπειρες εκδοχές και μορφές. Ακόμη κι αν κάθε φορά θα είναι κατάλληλες συνθήκες για να προέκυπτε ξανά κάτι που προϋπήρξε ακριβώς το ίδιο κάποτε, αυτό επίσης θα προϋπέθετε μιαν αιώνια λήθη που αυτή επέρχεται ύστερα από ολικές καταστροφές οι οποίες μάς ξεπερνούν αστείρευτα. Ο θάνατος, το λοιπόν, είναι μια τέτοια ολική καταστροφή για τις συνειδητότητες και υπάρξεις μας, τις βαθειά σωματικές όσο και απομνημονευμένες, μαθημένες, ενισχυμένες και τιμωρημένες μέσα από τις αγάπες, τους έρωτες και τις απογοητεύσεις μας. Ίσως σε μιαν άλλη εκδοχή της πύκνωσής μας, που θα είμαστε κάτι άλλο -ίσως όχι με την αυτογνωσία και τη μνήμη για να συγκριθούμε με αυτό που είμαστε τώρα- να καταφέρουμε να αγγίζουμε τους απομακρυσμένους γαλαξίες όπως αγγίζουμε τα ερωτευμένα σώματα των διπλανών μας ένα απόγευμα με ηλιοβασίλεμα, που η δύση στη θάλασσα θα ομοιάζει του φιλιού ενός τελευταία αγγιζόμενου ερωτευμένου ζευγαριού ή όπως δυο σώματα που γαμιούνται έρχονται κοντά, αλλά ποιος ξέρει, αν θα έχουμε τη γλώσσα για να (επι)κοινωνήσουμε. Απλές σκηνοθεσίες μάς προσφέρει η ποίηση για τη ζωή, το μέλλον, τα όνειρα, την ιστορία. Το ψέμα, όπως κι η αλήθεια, απαιτούν να μην ξεχνάμε -η δεύτερη μάλιστα το δηλώνει με το στερηντικό α- και τη λήθη να επακολουθεί- κι εκεί έγκειται η διαφορά τους: η αλήθεια προσφέρεται για να μη λησμονηθεί κάτι, ενώ το ψέμα κατασκευάζεται για να καλυφθεί κάτι που δεν μπορεί να ξεχαστεί, σαν να έχουν την ίδια βάση, αλλά διαφορετικό σκοπό. Τρώω πολύ, τρώω λαίμαργα, νιώθω ενοχές, αλλά δεν θέλω να στερούμαι αυτή την απόλαυση, καθώς στερήθηκα πολύ σαν αυτο-τιμωρία εσένα, που μυρίζεις και θυμάμαι, που σε μυρίζω φορές φορές από τα έγκατα της θύμησής μου αρκετά μακριά από κει που είσαι, όπως τώρα οι γαλαξίες που δεν τους αγγίζουμε όπως ένα διπλανό μας σώμα, γιατί η φύση μας μάς το απαγορεύει, δεν μπορούν να ειδωθούν σε τωρινό χρόνο, αλλά έναν χρόνο που δεν έφτασε σ' εμάς ακόμη. Κι έτσι κάνω να σε φανταστώ -και να το γενικεύω σ' όλους τους ανθρώπους- σαν έναν τέτοιον γαλαξία, σαν γαλαξίες τέτοιοι όλοι οι άνθρωποι. Τρώω λαίμαργα, ποθώ λαίμαργα, ονειρεύομαι άγαρμπα, συμπεριφέρομαι κατά καιρούς άγαρμπα και οι άνθρωποι συνήθως με συνηθίζουν, γιατί φέρνω στα μούτρα τους την αλήθεια -αυτό που δεν μάς επιτρέπει να ξεχνάμε- πως είμαστε αλλοπρόσαλλες συγκεντρώσεις ατόμων, μορίων, ύλης που εμπνέουν κι εμπνέονται και γιατί υπενθυμίζω το ψέμα -αυτό που συγκαλύπτει το μη δυνάμενο να ξεχαστεί- πως είμαστε αλλοπρόσαλλες συγκεντρώσεις ατόμων και τα λοιπά και τα λοιπά. Ο κόσμος πάντα πεθαίνει, πάντα σκοτώνεται και πότε με πιάνει μια λύσσα να αλλάξω τον κόσμο, μια λύσσα να με αλλάξω, μια λύσσα να σε αλλάξω, κάτι ν' αλλάξω για να φύγει αυτό το απωθημένο της καταστροφής που μαίνεται σαν καταιγίδα στον κόσμο. Και το μάτι του κυκλώνα, της νηνεμίας που είναι στο κέντρο της καταστροφής, συχνά ταυτίζεται στα μάτια σου. Νιώθω χοντρός κι άσχημος συχνά λόγω της τριχοφυΐας και άχρηστος λόγω της ανικανότητάς μου να κάνω κάτι να σώσω ή να σωθώ, μα τελικά στα μικρά χέρια που απλώνονται άβουλα για να σωθούν και κάνω να τα πιάσω -όπως σήμερα που ένας οικογενειάρχης θέλησε να κάνει τη θητεία του τη στρατιωτική στα 36 με τόσα προβλήματα ξωπίσω του, αλλά τελικά τον βοήθησα να μην το κάνει στα κλεφτά. Αυτό είναι, το "στα κλεφτά". Στα κλεφτά τρώω λίγο παραπάνω, στα κλεφτά σου σκάω φιλί, στα κλεφτά εμπνέομαι, στα κλεφτά αυνανίζομαι, στα κλεφτά αφιερώνω λίγες στιγμές και λίγες σκέψεις μου για τον κάθε αγαπημένο μου. Είμαι αφάνταστα κυκλοθυμικός -δε μοστράρομαι για να δικαιολογηθώ- αλλά πιστεύω πως όλοι είμαστε έτσι. Νιώθω να σαπίζω κάθε φορά που ηρεμώ. Κι ως αυτοκαταστροφικός, κάθε πράξη μου κι απόλαυση την θεωρώ αυτοκαταστροφική είτε περνάω καλά, είτε κακά. Διαρκώς επιστρέφω στις ίδιες εμμονές, διαρκώς σκέφτομαι μια το ένα, μια το άλλο, σχεδόν ασύνδετα. Κι όπως είπα σε μια φίλη μου σήμερα τ' απόγευμα "δε πανε να γαμηθούνε οι συνδέσεις", είμαστε τόσο προσωρινοί και θέλουμε τα πράγματα να είναι αυτά που θα γίνουν μόνιμα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου