Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Τα λευκά

Fabritius


Τα λευκά μου αιμοσφαίρια χτυπάνε κάθε ξένο σώμα που πέρασες στις φλέβες μου. Κάτω από τις φλέβες κυλάει ένας υπόγειος ποταμός, όπου κει στις όχθες του σε παραφιλάνε ένας ληστής και ένα τέρας: ο ένας σε απλώνει ή σε κόβει για να χωράς στο κρεβάτι του και το άλλο σε ρωτάει ακατάπαυστα. Κι είσαι συ η τόσο ταιριαχτή στο κρεβάτι μου και η ήδη απαντημένη μου. Τα λευκά μεσημέρια μου χτυπάνε κάθε σώμα σου που άφησες στο πλάι στο κρεβάτι, τα σκιάζουν και αφήνουν τη σκιά εκεί για πάντα, σα μιαν αιώνια αποτύπωση ακτινοβολίας, αν κι εσύ η τόσο φευγαλέα. Η σιωπή σου θεσμοθετεί τη σύγχρονη σιωπή μου, καταπώς μια εκκλησία το θεό ή ένα μουσείο ή θέατρο μια τέχνη. Το σώμα σου θεσμοθετεί το σώμα μου. Κι αυτό που δεν έχεις, ό,τι δεν έχω.