Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

ΚΛΙΝΗ

©Van Gogh


σε τι να σου ορκιστώ

όταν έπρεπε να χωρέσω σε αυτό το κρεβάτι
το δικό μου
κι ενίοτε δικό μας

έριξα ό,τι περίσσευε στη θάλασσα
ν' αναδευτεί με τον αφρό

και κράτησα ό,τι χρειαζόταν για να είμαι
τσίμα τσίμα
σε ένα συρτάρι κάτω
από τα πιστοποιητικά ΑΦΜ, ΑΜΑ, ΑΜΚΑ και IBAN

τα βράδια
κάνω απίστευτη ησυχία
να δω, αν κάποιος
με κατηγορεί

ανάμεσα στις κραυγές των γατών
που ζευγαρώνουν
τα σκυλιά που γαβγίζουν, λόγω των γατών
κι ανάμεσα στους οργασμούς μας

δεν ξέρω,
στο τέλος της μέρας
ο φταίχτης τι νόημα έχει

αν κάνοντας τον απολογισμό της μέρας
πριν κοιμηθείς
το φταίξιμο
θα φτάσει να ταυτιστεί με τη στιγμή πριν απ' τον ύπνο

ο φταίχτης θα μοιάσει να είναι η στιγμή πριν απ' τον ύπνο

όταν ξάπλωσα πάνω στο κορμί
το δικό σου
κι ενίοτε δικό μας

χρειάστηκε ό,τι περίσσευε
να το ρίξω στη θάλασσα

κι ό,τι δεν έφτανε
και χρειάστηκε να προστεθεί
το κράτησα
σε ένα συρτάρι κάτω κάτω

σαν τα βαφτιστικά

όλα λέγονται
με ένα βαθιά κρυμμένο μυστικό
στο φόντο

σαν ήλιο φαντάσου το μυστικό
κι όχι σαν κάτι σκοτεινό ή σκιερό,
σαν ήλιο
που κατάματα δεν το κοιτάς

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

ποιητής, άνθρωπος



ο θάνατος ενός ποιητή

ο θάνατος ενός ανθρώπου

σημαίνει

την απόσυρση μίας ρανίδας ποίησης

την απόσυρση ενός λόγου

μια διάκριση του ρητού από το άρρητο

αιώνια

και την αιωνιότητα της αρρησίας

το βλέμμα πάνω στα πράγματα και στον κόσμο

αποσύρεται

το βλέμμα των πραγμάτων πάνω στον ποιητή

και πάνω στον άνθρωπο

αν για μια στιγμή δε το απέφευγε

ίσως να μην πέτρωναν

όταν κοιτάχτηκαν στα μάτια

το μέσα και το έξω

όταν ο ποιητής και κάθε ποιητής

όταν ο άνθρωπος και κάθε άνθρωπος

είναι

η ματιά της προσμονής στο βράχο να φανεί το πλοίο στην έξω θάλασσα

κι η προσμονή που βλέπει στον μέσα ωκεανό κάτι να το παρεξηγήσει για πλοίο

ο θάνατος ενός ποιητή

μπορεί να σημαίνει λευτεριά στη γλώσσα

χωρίς να σημαίνει πως ο θάνατος της γλώσσας

σημαίνει λευτεριά στον ποιητή

ή

σημαίνει λευτεριά στον άνθρωπο

η σιγή ενός ποιητή

η σιγή ενός ανθρώπου

είναι η βαρύτερη κληρονομιά που αφήνεται στον κόσμο

για τον ποιητή και τον άνθρωπο που πέθανε

ο ποιητής πέθανε

ζήτω ο ποιητής

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Ρωμαίος & Κωσταντής



Ο Ρικάρντο
είναι γενναία

με χέρια χλωμά,
λευκώλενα,
σταχτιά από στάχτες Φοίνικα,
λευκά από ασβεστόλιθο κι αλεύρι,
ασημιά απ' τη σελήνη τρίτου τετάρτου,
με τα κουμπωμένα ασφυκτικά μανίκια του λευκού της πουκαμίσου στους καρπούς,

η Πεπίτα

διαχέεται

στον διαλύτη
(νύχτα,
σώμα,
δηλητήριο)

και στέκεται
αντρειωμένα

ντυμένος

όπως γουστάρει

με δάκρυα στα μάτια κι οι δυο,

ντυμένες όπως γουστάρουν

και περιμένουν το ξημέρωμα. Κι η Πεπίτα απαγγέλει:

Ήλιε γλυκέ, ανάτειλε και σβύσε την Σελήνην.
Ιδέ την απ' την ζήλειάν της αχνίζει και θαμπόνει,
διότι συ την ξεπερνάς 'ς την δόξαν και 'ς τα κάλλη.

Η λάμψις του μετώπου της θα θάμπονε τ' αστέρια,
καθώς θαμπόνει λύχνου φως 'ς την λάμψιν της ημέρας,

που τα πουλιά να κελαδούν 'σαν να μην ήτο νύκτα!
Ιδέ την, πώς ακούμβησε το μάγουλον ‘ς το χέρι.

Ας ήμουν εις το χέρι της χειρόφτι, να εγγίζω
το μάγουλόν της το γλυκόν!

Η Πεπίτα θα 'θελε να μην ήταν μήτε γυναίκα,
μήτε άντρας,
μήτε τρανς,
μα χέρι

κι εγώ πολλές φορές σκέφτομαι να 'μουν το μάγουλο το γλυκό.

Ο Ρικάρντο κρατάει στο δεξί του χέρι μία πένα
και στο αριστερό τον φαλλό του

Για ιδές θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο,
τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!

Τ’ άκουσε πάλι ο Πεπίτα

ράγισε η καρδιά της.

Άκουσες Κωνσταντίνε μου τι λένε τα πουλάκια;

Άφησ’ Αρέτω τα πουλιά κι ό,τι κι α’ θέλ’ ας λέγουν.
Λέγε με και δες με όπως θες

Πες μου πού είναι τα κάλλη σου και πού είναι η λεβεντιά σου
και τα ξανθά σου τα μαλλιά και τ’ όμορφο μουστάκι;

Έχω καιρό π’ αρρώστησα και πέσαν τα μαλλιά μου!

Και ξημερώνει
κι ήταν ξέφωτο
το μέρος που έστεκαν σαν αγάλματα
και κηλαηδούσε ο κορυδαλλός
κι ο φόβος ξύπνησε
αυτός
που τρέφεται με φως

και συμφωνήσανε στα δέκα βήματα να πυροβολήσουν
κι όποιος
κι όποια
κι αν πέσει

η άλλη να τονε ράψει
ή
ο άλλος να τηνε ράψει

στην πιο βαθειά πληγή που χάσκει
στο ρούχο
στη σάρκα
στην ψυχή
απ' όπου περνάει το φως, τάχα μου δήθεν

και όπως πριν τον κεραυνό του Δία
να σεργιανούν στον κόσμο

Δευτέρα 4 Μαΐου 2020

το πιο σύντομό μου γραφτό με έναν δυσανάλογα μεγάλο τίτλο που υποδεικνύει πώς να ονειρευόμαστε, όταν όνειρα δεν προκύπτουν



Α Ν
Ν Α

λ ε ξ ι



οι λέξεις
κύματα

έρχονται
έρχονται

δεν φτάνουν

φέρνουν
φέρνουν

δεν κληροδοτούν

ένα βήμα μπρος
δυο πίσω
οι λέξεις

όσο πιο ευτυχία
τόσο και δυστυχία
κι όλα τα δίπολα

κι ένα ενδιάμεσο φάσμα
ενδιάμεσο σύμπαν
ενδιάμεσες αποστάσεις

υποατομικών σωματιδίων
ατόμων

ανθρώπων

κοινοτήτων
κοινωνιών

όντων

των όντως

οι λέξεις
διαστολή της απόστασης
συστολή  της υπόστασης

λέξεις

ά
νθρωποι
α
λεξι
κέραυνοι