Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Εσύ



Μ' εσένα
συν
ορεύω στον κόσμο
, γκρίζα ζώνη, ζώνη
τυλιγμένη
στη μέση σου,
στη μέση του
πουθενά
και μέση του
οπουδήποτε
, ζώνη ταυτισμένη με καμτσικιά στον κώλο σου
, ζώνη που σφίγγει να στραγγίξει το μουνάκι σου

όπως σφίγγουμε ένα σωληνάριο οδοντόκρεμας να βγει κι η τελευταία στάλα περιεχομένου,

έτσι που μέσα στα υγρά σου

-νερό της αθανασίας και νερό της λησμονιάς, αμίλητο νερό και νερό που βγαίνει απτήν ψυχή σου και στάζει ως τον βυθό μου
, μέτρημα,
λήμμα εσύ της πιο σπουδαίας ερώτησης,
εσύ παραγωγικός συλλογισμός
: όπως η απάντηση σε κάθε ερώτηση είναι ο Άνθρωπος
, έτσι κι η απάντηση σε κάθε ερώτησή μου Εσύ.

Στη ζώνη σου κρεμιέμαι σαν μαχαίρι
πριν κόψω το αυτί του Ρωμαίου από τον Πέτρο
ή
του Βαν Γκογκ πριν γίνει θρύλος
, να χαράξω ένα σημάδι κάτω από το αυτί σου,

να
φωλιά
ζουν εκεί σ
αν μικρόβια τα μυστικά μου
πιο μακριά από το χωνί που προσλαμβάνει τους ήχους του κόσμου, το αυτί σου δηλ
αδή
. Βάζω το αυτί μου στο μουνάκι σου κι ακούω σαν σε κοχύλι τους ήχους της θάλασσας
. Αν σκόρπιζες σε λόγια θα 'σουνα ψίθυρος, σ' αστερισμούς θα σκόρπαγες αν έσπαγες σ
αν ρόδι στην αγκαλιά μου, κάθε σφ
αί
ρα κ
αι 
αί
μα από τις δαγκωματιές
, μελανιά και μαύρη τρύπα
, κάθε μαύρη τρύπα και φως παγιδευμένο,

σώμα συ,
ω, φ
ω
ς που παγιδεύεις μέσα κει
: μέσα σου μείναμε μια στιγμή απαθανατισμένοι, σχεδόν αθάνατοι.

Στόμα που δαγκώνει τη ζώνη την ώρα του οργασμού, δάγκωμα στη μέση του πουθενά και του οπουδήποτε, γω γεννηθείς απτα πλευρά σου, συ Αδάμ μου, μήλο ανεπίδοτο, αμαρτία άδοτη, παράδεισος όχι πια απωλεσμένος.

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

Δε θάπρεπε νάμαστε δω.

©Parrish

Δεν θα έπρεπε να ήμασταν εδώ
αλλά εκεί που ανασαίνει ο κεραυνός,
κρασί εκεί που γίνονται το αίμα κι ο Χριστός.

Δε θα 'πρεπε εδώ να είμαστε
μα πιο πέρα που τα γιασεμιά στολίζουν τα μαλλιά σου
και η φωτιά γλιστράει στα δάχτυλά σου.

Κι όμως δε θα 'πρεπε να βρισκόμαστε εδώ,
μα λίγο πριν τον θάνατο και απ' τη ζωή λιγάκι πιο μετά.
Να είσαι η χίμαιρα που βγάζει φως,
μα έχει σκιά δίπλα σε κάτι πιο φωτεινό,
να στάζει ρετσίνι ο κορμός και ρετσινιά
να σου κολλάω τον πετεινό,
που μια λαλεί και μας ξυπνά,
και δυο λαλεί και βρίζουμε αχάραγα,
τρεις λαλεί και σ' απαρνιέμαι,
τέσσερις και σου κάνω έρωτα ανάμεσα
στα σεντόνια, την ανάσα σου και το φιλί

που από τα χείλη του γκρεμού στα χείλη σου κρεμάται.

Δε θα έπρεπε να ήμασταν εδώ,
αλλά όπου αλλού
το θαύμα είναι τετριμμένο κι όχι εδώ που μοιάζει
κιτς.

Θα έπρεπε να ήμασταν αλλού,
εκεί που αρκείς
για να αρκεί το λίγο στο
σαρκίο,
ποιο πιο οικείο απ' το κορμί,
που είναι η ελάχιστη αφορμή
εν τέλει να μένω εδώ.

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

σα γάτα

©Picasso

Σαν γάτα να κουρνιάζω στα πόδια σου,
σα λουλούδι αφημένο σε μνημείο,
σύννεφο τυλιγμένο στη ράχη ενός βουνού, ίσως
ανίδεο για τη τραγική πτώση κάθε σύννεφου.

Σαν πιστός να προσκυνάω τα πόδια σου
και σαν τρελός να σου λέω πως αν δεν με πατήσεις
δρόμος δεν υπάρχει και πως αν δεν πατηθώ δε γίνομαι μούστος,
δε γίνομαι οίνος,
δε γίνομαι αίμα,
δε γίνομαι πληγή για να κοκκινίσει το ηλιοβασίλεμα,
δε θα βγάλω κακάδι να γιάνει η πληγή,
σημάδι που μένει εκεί απ όπου κάποτε πέρασε η πληγή.

Σα γάτα τυλιγμένη,
απηυδισμένος από τις παρομοιώσεις και τις μεταφορές της ποίησης και της γλώσσας,
συ η κυριολεξία μου
κι η ανάγκη να φτιάξω μια λέξη που να περιγράφει το συναίσθημα όταν βρίσκομαι στα πόδια σου
και νιώθω δύναμη κι αδυναμία.
Ίσως γαλουργία: από το "γαλή", που είναι η γάτα και το "έργο", την πράξη να βρίσκομαι παρών στα πόδια σου.

Ίσως ακόμη να μη βρήκα τις λέξεις κι έτσι λαθραία και κρυφά να μένω εκεί ανέκφραστος κι ανεκλάλητος δράστης.
Κι έτσι μη μένοντας στην ιστορία ή στην ποίηση, να είναι σαν να 'μαι και να μην είμαι στα πόδια σου γαλουργός,
παρών και γάτος και σύννεφο, σαρκίο βαλτωμένο, αποδομημένο σώμα που ονειρεύεται, αλλού το πόδι κι άλλο χέρι, στόμα αφημένο στο στόμα σου για πάντα, αυτί ακουμπισμένο στην πόρτα ν' ακούει τα βήματά σου, πόδια μες στα παπούτσια σου, πέος κοιμισμένο μέσα στο μουνάκι σου, όπως ο Πολύφημος μες στη σπηλιά κι εγώ στα πόδια σου
γαλουργός και
πανούργος
Κανένας, σαν με ρωτάς να σου απαντάω
"Κανένας",
"Ποιος είσαι;" και "Ποιος είσαι;" σαν με ρωτάς συνέχεια.

Σα γάτα νυσταλέα και νύχτα θαρραλέα ανάμεσα στα
δυο βυζιά σου,
εκεί που ανατέλλει η καρδιά σου δηλαδή.

Δείπνος Ερωτικός

©Vladimir Kush

Σώμα και αίμα δικό σου
-κάποιου δείπνου μυστικού στο μισοσκόταδο
με δυνατή μουσική και κακό φαγητό
η αναθύμιση κι η αναπαράσταση.

Κάποιου δείπνου με τζανκ φουντ και κακό
κόκκινο ξηρό κρασί
γιατί δε θέλαμε κι άλλη ζάχαρη εκείνη την ημέρα
από κάποιο αναψυκτικό
κι έξω έβρεχε πυκνά και ανιδιοτελώς.

Σώμα κι αίμα δικό σου και πάντα δικό σου
το φαγητό και το όποιο ποτό
σε αναθύμιση δική σου κι αναπαράσταση.

Στον κόσμο κάθε σώμα είναι σώμα σου
και κάθε πιοτό είναι αίμα σου
και κάθε βροχή είναι δάκρυά σου.
Πίσω από κάθε τι
κρύβεσαι συ
όπως παλιότερα πίστευαν πως πίσω από το κάθε τι κρύβεται ο θεός.

Ένας μικρός ανιμισμός ο έρωτας.

Σώμα κι αίμα δικό σου
το σώμα που πληγώνω και το αίμα που στάζει στα χείλη μου
απ' τα χείλη σου.

Να σηκώσω μια πέτρα κι από κάτω εσύ,
να σηκώσω το χέρι να κρύψω τον ήλιο.

Είσαι τόσα άλλα πέρα από αυτά που είσαι,
σου προσάπτω τόσα θαύματα που γίνονται,
παίρνω όλη την ευθύνη της ύπαρξής σου εγώ.
Γιατί εγώ
σου λέω πως είσαι όλα αυτά που δε σε κάνουν μοναχά σώμα και αίμα.

Ποιος να 'ναι το χαρμόσυνο ψιθύρισμα σαν αεράκι σε δέντρο τέλη άνοιξης και σαν Ευαγγελισμός,
αν δεν είναι η καλημέρα σου.
Ποιος να 'ναι το βήμα που ακούγεται στο δρόμο κρουστό κι ύστερα στις σκάλες πριν γυρίσει το κλειδί,
αν δεν είναι το πόδι σου.
Ποιος να 'ναι η ανάσα που σμίγει τα πνευμόνια με τον ουρανό,
αν δεν είναι η μυρωδιά σου που ξεσπάει σαν μνήμη.
Ποιος να 'ναι το σύνορο του κόσμου και η άκρη μιας μαύρης τρύπας,
αν όχι το δέρμα σου.
Ποιος να 'ναι το πνιχτό γελάκι παιδιού και το πηχτό σκοτάδι στα μάτια,
αν μη τι άλλο το δικό σου το γέλιο και η νύχτα που γίνεσαι με τις φοβίες σου.
Ποιος να 'ναι ο μεγαλύτερος φόβος σου, που γι αυτόν τραγουδάς διασχίζοντας το σκοτεινό το δρόμο ως την ψυχή μου,
αν όχι το ότι εγώ που δεν πιστεύω στην ψυχή μήπως δεν έχω.

Πρόσαψέ μου την κατηγορία της ψυχής,
πες με τι σου είμαι και πάρε την ευθύνη μου στον κόσμο.
Αγάπη να 'ναι να φέρεις ευθύνη για ακόμη λίγη σάρκα, ακόμη λίγο σύμπαν,
που ποτέ σου δε θα 'ναι εσύ -μα εσύ ολάκερος θα 'σαι αυτό.
Σ' αγαπώ να 'ναι να φέρω ευθύνη για σώμα και αίμα σου που ποτέ δε θα 'ναι εγώ -μα εγώ ολάκερος θα μαι αυτά, ο κόσμος ολάκερος θα 'ναι αυτά,
θα 'σαι εσύ η ευθύνη,
η αναπαράσταση,
η μνήμη
και
η άκρη του κόσμου.