Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Θα έρθει στιγμή



Θα έρθει στιγμή που κάποιος θα ανακουφιστεί από την αποχώρησή μας.
Θα έρθει στιγμή που θα καυγαδίσουν -ίσως- κάποιοι για το αν ήταν αποχώρηση ή αναχώρηση
αυτή η αυτοσχέδια έξοδος.
Θα έρθει στιγμή που θα αρχίσουν να διατυπώνονται πιο εξελιγμένες θεωρίες
για το τι γινόμαστε μετά, πού η ύλη και ποια η σμίλη.
Θα έρθει στιγμή που θα 'μαστε μεσαίωνας στην μέση του πουθενά
ή στον άκρη του γκρεμού, στου ξυραφιού την άκρη.
Τα λόγια μας που δε θα έχουνε ήχο, παρά μόνο από τους απαγγελείς,
τα συναισθήματά μας θα παραμένουν εκφρασμένα μία και μόνη φορά
εις τους αιώνας των αιώνων και θα
είμαστε εμείς η μία και μόνη φορά,
η στιγμή τους.
Θα έρθει η στιγμή που δε θα μας θυμούνται
ή θα μας ξεπετάνε με μιαν αναφορά του τύπου "εκείνη την εποχή οι άνθρωποι"
και που τα επιτεύγματά μας θα είναι ιδεολογικά φορτισμένα,
ίσως κι αφόρτιστα συναισθηματικά για τους εκεί και τότε πεπερασμένους.
Θα κριθούμε από στρατιές απογόνων κι επιγόνων
κι έτσι ο θεός -θ' αποδειχθεί τότε χωρίς αντίκρυσμα- είναι ό,τι έρχεται απ' το μέλλον.
Η ανάγκη μου να σ' αγκαλιάσω, θα χαθεί ανάμεσα σε άλλες αγκαλιές κι αυτές σε άλλες αιώνιες εκφράσεις του έρωτα κι ο έρωτας θα στιγματίζεται ανάμεσα στις άλλες
τις μεγάλες επαναστάσεις
που κι αυτές θα στιγματίζονται από την καθεστηκυία
κι έτσι θα τη λοιδορούνε -την ανάγκη μου να σ' αγκαλιάσω-
ή θ' αδιαφόρουνε γι' αυτόν -τον έρωτά μου για σένα-
και οι δύο μεταξύ τους εχτροί -η καθεστηκυία κι η επανάσταση-
(σαν να 'χουν έναν εχθρό κοινό -τον έρωτα).
Θα έρθει η στιγμή που θα περάσει κι η ίδια
κι όλα όσα θα φέρει θα χαθούνε στον χρόνο
σαν να μην ήταν χρόνος και μόνο όσοι έζησαν και μίλησαν
θα τα φέρουν μαζί τους
κι αν δε τα φέρουν ή δε τα ονειρευτούν
θα τα φανταστούν ξανά άνθρωποι κάποιαν άλλη στιγμή
και θα 'ναι τότε σαν καινοτομία,
μια ανατομία του χρόνου
του οποίου το σώμα είναι σώμα ανθρώπου.

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Σε θέλω.



Σε θέλω.
Κι αν, μιλώντας για ποίηση, μου πεις ότι δεν καταλαβαίνεις τι γράφω και τι λέω, τότε πες μου πώς ένα τόσο σύνθετο κοινωνικοπολιτικό γεγονός, μια τέτοια αδιευκρίνιστη βιολογική και ψυχοσυναισθηματική διεργασία κατάφερε να συμπυκνωθεί σ' αυτή την ελάχιστη φράση.
Πώς θες να μου πεις πως αυτό δεν είναι ποίηση και πώς θες να "μαλώσουμε" για την άποψή μου αυτή και την άποψή σου εκείνη που με θέλει να είμαι φαφλατάς, αλλά σίγουρα εκτιμώ την βαρύτητα των λίγων και κατάλληλων λέξεων.
Σε θέλω κι αυτή μου η ερωτική μου βούληση για σένα σαν να διπλασιάζει την ελεύθερη βούληση και τις ελεύθερες βουλές μου για το κάθε τι που επέλεξα (ή ελεύθερα επιλεγόμενα υποτάχτηκα) ως τώρα.