Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Αλήτες του Μικρόκοσμου || Κείμενα 16-20




16) CECI N' EST PAS UNE CRITIQUE

ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ (ΤΥΠΟΥ ΕΡΩΤΙΚΟ ΓΡΑΜΜΑ, ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ ΑΛΑΝΙΑΡΙΚΗ-ΕΡΩΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΤΟΙΑΥΤΑ),

Σου γράφω αυτό το γράμμα για να σου μιλήσω για κάτι που έζησα χωρίς εσένα. Ξέρεις έχω αυτή την αλλόκοτη συνήθεια να συνταιριάζω τις λέξεις ηχητικά μεταξύ τους: π.χ. ο έρωτας μοιάζει τόσο πολύ με τον αρχαίο μέλλοντα του «λέγω» (βλ. «ερώ»). Έτσι, λοιπόν, θα σου πω για κάτι που έζησα χωρίς εσένα. Τα πράματα που μοιραζόμαστε υπάρχουν. Και κάπως έτσι γεννιέται ο έρωτας -όπως ο έρωτάς μας- κι η τέχνη κι η ζωή κι ο άνθρωπος μέσα από αυτά.

Εχτές το βράδυ (δεν ξέρω πότε θα διαβάζεις αυτό το γράμμα, αλλά σήμερα που σου γράφω είναι 05 Νοέμβρη του 1745 και ο καιρός είναι άστατος, αλλά με συχνή ηλιοφάνεια, πρεπό φθινόπωρο στο πόδι και στη σκέψη) παρακολούθησα την πρεμιέρα του «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» του Νικολά Γκολντόνι. Θα τον έχεις ακουστά, ελπίζω. Η παράστασή του έγινε σε ένα θέατρο γεμάτο από ανθρώπους που ανέπνεαν, ανέμεναν, ανησυχούσαν -πολλοί ήταν αναστατωμένοι γιατί δεν έβλεπαν λόγω της διάταξης των θέσεων, καθότι αν καθόταν κάποιος ψηλότερος μπροστά, δεν είχαν την δυνατότητα καθαρής ορατότητας προς τη σκηνή, οπότε ζητούσαν ακατάπαυστα μαξιλαράκια από τους ταξιθέτες -σωστός μπελάς για τους υπεύθυνους, μα και σωστή πρόκληση, στην οποία ανταποκρίθηκαν ευγενεστάτως). Συχώρα μου που πλατειάζω: καταχράζομαι της ψευδαίσθησης πως σου μιλώ και σ’ αντικρύζω και εσύ μ’ ακούς και με κοιτάζεις.

Η Ομάδα Ιδέα με εκλεκτούς προσκεκλημένους φίλους ανέβασε το έργο αυτό. Θαρρώ πως είναι αρκετά γουστόζικο όνομα το «Ιδέα», καθότι το συνδυάζουν με ένα μότο, πως «οι ιδέες έχουν ένα απίστευτο -δεν θυμάμαι καθαρά τον χαρακτηρισμό- χαρακτηριστικό, να πληθαίνουν, όταν τις μοιραζόμαστε» ή κάπως έτσι. Σκέψου, λοιπόν, πως αν έχω μιαν ερωτική ιδέα για τη μορφή και το κορμί σου κι εσύ έχεις μιαν ανάλογη για τον νου και το σώμα μου και τις ανταλλάξουμε, τότε εγώ στο τέλος θα έχω δύο ερωτικές ιδέες κι εσύ άλλες δύο. Ενώ, αν είχα ένα μήλο κι εσύ ένα μήλο και τ’ ανταλλάσσαμε, τότε εγώ θα είχα ένα μήλο κι εσύ άλλο ένα μήλο. Με προσέχεις, αγάπη μου;

Λένε πως σ’ εκείνη τη γειτονιά της πόλης (μια πόλη που ανακάλυψα τυχαία καθώς περνούσα στο μακρύ ταξίδι μου, την Αθήνα), κοντά σε μια κεντρική πλατεία της, την Ομόνοια, απέναντι από ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα ανώτατο, το Πολυτεχνείο, στις οδούς Πατησίων και Στουρνάρη (κάτι, που -αχ, θα στο πω- το χρησιμοποίησαν και σαν λογοπαίγνιο εντός της παράστασης) επικρατεί βία και έγκλημα. Δε διαφωνώ, αλλά υπάρχουν χώροι και μυαλά και άνθρωποι γενικά, που ανθίστανται. Και ξέρεις, αγάπη μου, πιστεύω πως προβάλλοντας κάτι, το ενισχύεις. Έτσι, θα ‘θελα να σου μιλήσω για τη βία και το έγκλημα, αλλά υπάρχουν κι αυτοί εκεί οι άνθρωποι που κάνουν κάτι πολύ πολύ σπουδαίο και δεν χαίρουν ανάλογης προβολής. Ο Σενέκας θαρρώ, πως επιμένει να συσσωρεύουμε γνώση ως αντίβαρο της άγνοιας. Έτσι, πιστεύω, και με την προβολή του καλού και με την πράξη του καλού.

Ο Γκολντόνι, που τυχαίνει να τον γνωρίζω προσωπικώς, έγραψε μιαν εκπληκτική κωμωδία, την οποία βάζω και το χέρι μου στη φωτιά, πως θα εμπνέει και -μάλλον δυστυχώς- θα εκφράζει και τους μέλλοντες καιρούς. Και λέγω δυστυχώς, γιατί πρώτον, παρουσιάζει ένα τοπίο όχι τόσο ευχάριστο για τους ανθρώπους ανά τη γη (της υποτέλειας στο χρήμα και στους αφέντες) και γιατί δεύτερον, δε θα ζει ο αγαπητός Νικολά, να καρπώνεται τα πνευματικά δικαιώματα των έργων του. Μα δεν είναι τρομερό, αγάπη μου;!
Η Ομάδα Ιδέα συνδύασε ένα σωρό τρικ και θεατρικά στυλ και ευρύματα: το αγαπημένο μου, που έστησαν την παράσταση σαν «θέατρο μέσα σε θέατρο» και μέσα σ’ αυτό έπαιξαν κι άλλο θέατρο. Θα ‘θελα πάρα πολύ να τη δούμε μαζί, οπότε δε θέλω να σου κάνω άλλα spoils (συγχώρεσέ μου τον όρο, τον άκουσα από έναν περαστικό, που μιλούσε σε έναν φίλο του για μια ταινία εν ονόματι Anonymous και ο άλλος του μίλησε νευρικά: «Μη μου κάνεις spoils ρε» και τότε ρώτησα, σταματώντας τους, να τους ρωτήσω τι ‘ν’ τούτο και μου ‘παν πως είναι η διαρροή πληροφοριών για ένα έργο από κάποιον που ξέρει σε κάποιον που δεν ξέρει. Τι τραγική ειρωνεία!)

Αγάπη μου, δεν υπήρξα ποτέ κριτικός ή θεωρητικός του θεάτρου και δε θα ‘θελα σε αυτό το γράμμα, να βρεις τίποτε άλλο παρά μόνο την αγάπη μου και τον ενθουσιασμό μου για τη δυναμική και τη ζωντάνια και το σφρίγος του θεάτρου της ομάδας αυτής (της Ομάδας Ιδέα), την ευρηματικότητα κλπ. Κι αν δεν σου μιλώ για πιθανές ατέλειες, είναι γιατί μιλάμε για θέατρο, αγάπη μου. Μου μετέδωσαν γέλιο και προβληματισμούς, αγάπη για τη τέχνη τους και κέφι και δεν ξέρω καν πώς να το πω, αν πλατείασαν ή αν ήταν γραφικοί. Όχι, δεν ήταν, γιατί η αυθεντικότητα φάνηκε στην ισοτιμία όλων των συντελεστών, η ισονομία στη στήριξη της παράστασης. Ω, μα σου μιλώ για καθαρά δημοκρατικό εγχείρημα. Κι ας είναι επίκινδυνο να χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη τέτοια εποχή!

Ανυπομονώ να συναντηθούμε και να πάμε να δούμε το τραγούδι και τον χορό, τα υπονοούμενα και το χιούμορ, την πρόζα και τα ακροβατικά, το στοιχειό του θεάτρου που ξεκινά από την ψυχή του πρώτου ζώου που «υποδύθηκε» την αυθεντικότητα κι όχι την αυθεντία μέχρι την ψυχή των πρόσφατων υποκριτών που «ποιούν» ήθος κι όχι ηθική. Αχ! όταν κλείνω τα γράμματά μας, φλυαρώ και λέω κενολογίες. Θα σου πω κάτι: το έργο αυτό μ’ έκανε παρά τις όποιες δυσκολίες μας και την υποτέλειά μας σε κάποιους ανώτερους -που ακόμη δεν μπορούμε να τους ξορκίσουμε- να σε ερωτευτώ και να σ’ αγαπήσω ακόμη περισσότερο. Τι έμπνευση!
Ελπίζω σε σύντομη απάντησή σου! Σε ασπάζομαι με τα χείλη που προσκυνώ αγίους και αγγέλους. Να προσέχεις -επίτρεψέ μου, αυτή την ελάχιστη βιοεξουσία στην ύπαρξή σου! Χαχαχα! Τι λέξεις, θε μου, κι ανυπομονώ να τις διαβάσεις!

Σε φιλώ,
με αγάπη,
παντοτινά δικός σου

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

17) ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ ΜΕ
Ελεύθερωσέ με, δείξε μου τι αγαπάς, να έρθω λίγο, να πιω σε μια βρύση μια σταγόνα, σαν να περάσει από το στόμα μου ολάκερος ο ποταμός που ποτέ δεν είναι ίδιος πια. Κάποτε, κυτταρικά, δε θα ‘μαι ποτέ ο ίδιος που πρωτοχαιρετηθήκαμε. Πού ξαποσταίνει η μνήμη, πώς μεταβιβάζεται στους μικροκόσμους μας, πώς γίνεται μέρος της ιστορίας του σύμπαντος, υπερβαίνοντας την αρχή διατήρησης της μάζας. Ο έρωτας είναι μια μορφή ν’ ακυρωθεί το «όσο γεννήθηκε, τόσο θα πεθάνει». Δεν υπάρχει επανάληψη, υπάρχει μια αιώνια επιβάρυνση: κάτι που ήταν συν κάτι άλλο. Η μνήμη που σφαδάζει, το φιλί που εντείνει, η ιδέα που πολλαπλασιάζεται, το σώμα που υποπολλαπλασιάζεται -όχι, δε διαιρείται- ο χρόνος που περισσεύει για ένα τσιγάρο ή ένα χουζούρι. Κάτι άλλο είναι όλα. Κάποια στιγμή όλα όσα μάς έμαθαν τι είναι και πώς γίνονται, μπορούν ν’ ακυρωθούν, αλλά σμίγουμε με ανθρώπους κι οι άνθρωποι απαιτούν συχνά να τους μιλάμε με λέξεις και νοήματα που δεν μας πολυ-εκφράζουν. Ας είναι. Στα στενά που τόσο στάθηκες με θάρρος, κάποιος θα προδώσει ένα πέρασμα και θα περικυκλωθείς: είναι κι αυτό μια βαθύτατη ανάγκη, το να περικυκλωθούμε.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

18) ΑΤΙΤΛΟ ΚΙ ΑΤΟΝΟ
Κάθε βράδυ σου τραγουδώ έξω απ’τα τείχη κι εσύ έχεις πεθάνει αιώνες τώρα ή αγέννητος παραμένεις. Τα λόγια μου δεν τα καταλαβαίνεις. Αφού δεν τ’ ακούς δεν ακούγονται. Μια σημαία χάσκει αντί εσού στο όνομα της λευτεριάς που δε ζήσαμε μαζί. Ο ουρανός γλιστρά σαν νύχτα κάθε βράδυ μέσα στις πολεμίστρες, πετάει ένα λευκό μαντήλι σαν σύννεφο και ανεμίζει λίγο, σημάδι έναρξης μιας μονομαχίας που ποτέ δεν θα γίνει. Δεν υπάρχει αντίπαλος και δεν υπάρχεις εσύ. Μα σε τραγουδώ μέσα στους αντιερωτικούς παιάνες και ύμνους εθνικούς. Έξω απο τα τείχη κοιμάται η πόλη κι εγώ. Μέσα στα τείχη κανείς. Μέσα στα τραγούδια μου εμείς. Οι κόσμοι που ποτέ δε θα σμίξουν. ποτέ δε θα προδοθούν. Ποτέ δε θα παραδοθούν. Ποτέ δε θα είναι ελεύθεροι.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

19) ΕΤΣΙ ΚΥΛΑ ΤΟ ΑΙΜΑ
Αν δεν ανθίσει η μηλιά το στέρνο σου αν δε ραγίσει πώς θα σου δώσω το φιλί το προπατορικό
Κι αφού γυρέψω στη σκιά τον δίχως όνειρα ύπνο θα στα αφήσω στο χαλί κλειδί εφεδρικό

Κι αφού ανοίξουν οι πληγές και βγάλουν καρπούς και άνθη μ’ όλα τα δάχτυλά μου εκεί θα σε ψηλαφώ
Σε ένα σημείωμα βιαστικό θα γράψω διαθήκη πως αφήνω στο σώμα σου ίχνη για να με βρεις

Όλα θα φύγουν και θα ‘ρθουν σ’ ανάστροφη πορεία κι είναι κι αυτή η μανία του ανεκπλήρωτου
Θα σου γεμίσω το φιλί με του Αιόλου καταιγίδες και θα κρατώ τον ουρανό για να βρεις τη μηλιά 

Θα σου γεμισω το φιλί με γλώσσα που δε μιλάει για να ανθεί το στόμα σου μη βγάλει ούτε μιλιά
Έτσι κυλάει το αίμα μου έτσι κυλάει ποτάμι σβάρνα παίρνει τα κούτσουρα και παίρνει τη σκιά

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

20) ΗΜΑΣΤΑΝ ΜΑΖΙ
Η τελευταία φορά που έβρεξε ήμασταν μαζί, τα δάκρυα δε χρειάστηκαν ανάμεσα στους δυο κατακλυσμούς -τον τότε κοινό μας και τον τώρα. Η κιβωτός δεν χρειάστηκε στις δυο καταιγίδες που κατέληξαν σε λάσπες. Τα δάκρυα δε χρειάστηκαν, λάσπη μαζεύτηκε κάτω από τα μάτια και εντός μου, στα νύχια μου, στην ήβη, μες στην νύχτα, πατημασιές λασπωμένες παντού στο σπίτι ανάμεσα στουα δυο κατακλυσμούς, στην ξαστεριά -χωρίς δάκρυα από πού να έρχεται η υγρασία, ανάμεσα στις δυο καταιγίδες.

Η τελευταία φορά που έβρεξε ήμασταν μαζί, η βροχή το υπονοούμενό μας. Αν ξαναήμασταν μαζί, θα υπονοούσαμε βροχή. Η κιβωτός δεν κράτησε τίποτε, δεν έσωσε, όλα τα πήρε και τα κράτησε η βροχή σε ένα ενυδρείο αναμνήσεων βραχέων. Βράχηκα στην τωρινή βροχή. Πού να βρεις αποδεικτικά δακρύων. Γυρίζοντας πατημασιές λασπουριάς στο πάτωμα -έστω και χωρίς υγρασία να δικιολογείται η υγρασία.

Η τελευταία φορά που έβρεξε ήμασταν μαζί. Και τώρα έβρεξε για φορά τελευταία και μας υπονόησε. Κι αν ξανασμίγαμε ποτέ, δυο ζευγάρια λασπωμένες πατημασιές θα υπονοούσαν τη βροχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου