Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

ΑΒΓ μπουμ

Το "ΑΒΓ μπουμ" γράφτηκε το φθινόπωρο του 2011 και ανέβηκε στη σκηνή του Καλλιτεχνικού Καφενείου των Αχαρνέων από τη Θεατρική Ομάδα Καλλιτεχνικού Καφενείου Αχαρνέων (ΘΟΚΚΑ) στις 2 Δεκέμβρη του 2011 από τους (αλφαβητικά): Καλλιντέρη Δήμητρα (σερβιτόρα), Μολυνδρή Ηρώ (γυναίκα), Παρασκευά Σταμάτη (άντρας).



(Μια γυναίκα κάθεται σ' ένα τραπεζάκι και ένας άντρας έρχεται και τη ρωτά να καθίσει μαζί της, κρατώντας τον καφέ του. Εκείνη δέχεται. Δίπλα υπάρχει ένα τραπεζάκι με μία κούπα και μια εφημερίδα. Ο άντρας ζητά από τον ανύπαρκτο μα υπαρκτό θαμώνα, αν μπορεί να χρησιμοποιήσει την εφημερίδα. Διαβάζουν)

- Να σου εκμυστηρευτώ κάτι;
- Ναι!
- Δεν έχω φ(υ)(ι)(λ)λο.
- Τι εννοείς;
- Δεν έχω φ_λο. Εννοώ αυτό, που λέω και τίποτε περισσότερο ή λιγότερο. Δεν ξέρω συ τι εννοείς.
- Τι σημασία έχει;!
(πίνουν λίγο τον καφέ τους)
- Α! Ωραίος ο καφές που φτιάχνουν εδώ. Βέβαια, ο δικός μου είναι κάπως πικρός, αλλά μ' αρέσει έτσι. Νιώθεις λίγο από την καφεϊλα. Δηλαδή, όχι ότι δε μ' αρέσει κι ο γλυκός, αλλά μ' αρέσει διαφορετικά.
- Καφεϊλα; Χαχαχα! Δεν υπάρχει αυτή η λέξη.
- Όχι! Αλήθεια υπάρχει. Σου λέω αλήθεια!
- (τον κοιτάει σα να μην τον πιστεύει)
- Θες να σου ορκιστώ;
- Τι σημασία έχει;!
- Πώς δεν έχει; Το ίδιο βάρος έχει κάποιος που ορκίζεται και κάποιος που δεν ορκίζεται;
- Βασικά, δε γίνεται να έχουμε βάρος.
- (σκέφτεται σα να συγκαταβαίνει)
- Τελικά, μήπως θες να πεις "γεύση του καφέ" με αυτό το "καφεϊλα";
- Όχι! Α γεια σου! Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η γεύση είναι μέρος της καφεϊλας.
- Δε μπορώ να σε καταλάβω. Τελοσπάντων.
(πίνουν αμίλητοι λίγο το καφέ τους. Εκείνη σαν καρικατούρα επιδεικνύει τα μαλλιά της στον άντρα)
- Ωραία μαλλιά!
- (ενθουσιασμένη) Αχ! Σ' ευχαριστώ πολύ! Ξέρεις, συνήθως, λόγω αυτού που είμαι, ποτέ δε μου λένε κάτι για την εμφάνισή μου. Τα έφτιαξα, ν' αλλάξει λιγάκι η διάθεσή μου. Είμαι χάλια με τη δουλειά μου. (το ξανασκέφτεται) Δηλαδή, δόξα τω θεώ, έχω δουλειά, υγεία...
- (τη διακόπτει) Νόμιζα πως πήγες κομμωτήριο!
- Δε μ' αρέσει να με ομορφαίνουν άλλοι. Μου αρκεί να μου λένε πως είμαι όμορφη.
- Εσύ, δηλαδή, έχεις φ_λο;
- Εξαρτάται πώς το γράφεις! Ό,τι έχω πάνω μου, γύρω μου, πίσω μου, μπροστά μου είναι καθαρά μια γραφειοκρατία.
- Όπως το θέτεις, κι εγώ πάνω στο σώμα μου -από τις τρίχες ως τα νύχια- οι άνθρωποι που συναντώ στο δρόμο και κάνουν πως δε με βλέπουν σαν να 'μαι ασώματος είναι μια γραφειοκρατία!
- Άρα έχουμε φ_λο. (ξεκινά μια στιχομυθία ανάμεσά τους, που ο άντρας υποστηρίζει “Έχεις” κι η γυναίκα “Έχουμε!”. Μπορεί ν' αποδοθεί πολύ κωμικά με τον άντρα να θέλει να έχει τη τελευταία κουβέντα κι εκεί που και καλά έχει αφήσει τη γυναίκα να έχει το τελευταίο λόγο, πετάει αδιάφορα το “Έχεις!”. Η γυναίκα που έχει μπροστά της γραπτά γράφει σε ένα χαρτί “Έχουμε” και του το δείχνει με ύφος. Συνεχίζουν να διαβάζουν)
- Θες να σε κεράσω μια καραμέλα;
- Τι γεύση;
- Φράουλα!
- Φράουλα! Μμμ, μ' αρέσει η φράουλα. Θυμάμαι, η μάνα μου τις έπαιρνε, τους έριχνε ζάχαρη και λίγο κονιάκ -αν δεν κάνω λάθος- και τρώγαμε. Συνήθως με μάλωνε, γιατί τις έτρωγα μονοκοπανιά.
- Δεν πονούσε η κοιλιά σου;
- Μετά ναι!
- Αυτό είναι η φραουλίλα. Σκέψου, η φραουλίλα είναι ακόμη κι ό,τι βλέπεις με τα μάτια σου όσο τρως τι φράουλες, ακόμη κι η γεύση των αναμνήσεων.
- Εσένα τι σ' άρεσε;
- Με τις φράουλες;
- Όχι, εννοώ τι γεύση σ' άρεσε;
- Α! Του καφέ πάντοτε. Αρχικά, τον έπινα σα μαγκιά (η γυναίκα διακόπτει λέγοντας “Έτσι κι εγώ με τον θεό!”) πως μεγάλωνα κι έτσι. Μετά έγινε ανάγκη, μετά εξάρτηση, μετά ήτανε να τον κόψω, έπινα πού και πού, αλλά όταν έπινα, του έδινα και καταλάβαινε ή άλλοτε έπινα καθημερινά και νορμάλ ή άλλες φορές έλεγα "ποτέ ξανά".
- Α! Εγώ έτσι άρχισα τον θεό.
- Μισό να πάω τουαλέτα!
(βγαίνει και πηγαίνει τουαλέτα, ενόσω εκείνη διαβάζει την εφημερίδα της και πίνει τον καφέ της - πού και πού δείχνει αφηρημένη σαν κάτι να σκέφτεται)
- (επιστρέφει από τη τουαλέτα) Άκου ανέκδοτο που θυμήθηκα: Τι είναι πράσινο, ζει δέκα μέτρα κάτω από τη γη και τρώει πέτρες;
- (σκέφτεται) Τι;


- Ο πράσινος υποδεκάμετρος πετροφάγος.
(γελάνε)
(σοβαρεύουν και πίνουν τον καφέ τους)
- Να διάβασε εδώ.
- (διαβάζει) Τς τς τς! Πώς καταντήσαμε; Προσπαθώ να είμαι αισιόδοξος, αλλά σε σύγκριση με την εποχή, μπορεί να σε πούνε και τρελό κι ονειροπόλο και τρελό!
- Οι άγγελοι ονειρεύονται;
- (γνέφει καταφατικά)
- Ωραία, μου έφυγε ένα βάρος. Άρα υπάρχουν!
- Για μένα υπάρχει ό,τι γελά!
- Οι άγγελοι γελάνε;
- (γνέφει καταφατικά)
- (σκέφτεται) Δηλαδή, ο ήλιος για σένα υπάρχει;
- (γνέφεφι καταφατικά)
- Άρα γελά!
- (γνέφει καταφατικά) Μη σου πω ότι ξεκαρδίζεται.
- Κοροϊδεύει;
- (γνέφει αρνητικά)
- Άρα, χαίρεται;
- (γνέφει πως δεν ξέρει)
- Το φεγγάρι;
- (γνέφει πάλι καταφατικά)
- Πώς;
- (γνέφει πως δεν ξέρει)
- Εγώ;
- Μόλις πριν γέλασες.
- Α! Ναι, το ξέχασα.
- (χαμογελά)
- Αν ξέχασα πως γέλασα, ξέχασα πως υπάρχω κιόλα;
- (γνέφει πως δεν ξέρει)
- Τι άλλα; Α! Δε σου' πα, πήρα σήμερα ένα σκυλί! Μπουλντόγκ!
- Ωχ, αλήθεια;! Σ' αρέσουν αυτά τα σκυλιά;
- Αμέ! Διάβασα και την ιστορία τους. Υπάρχουν τα βρετανικά και τα αμερικανικά μπουλντόγκ. Τα αμερικανικά έφτασαν εκεί με τους πρώτους αποίκους Βρετανούς. Οι Βρετανοί τα έχουν πιο καλοπροαίρετα, ενώ στην Αμερική, η ράτσα αυτή είναι κάπως πιο επιθετική.
- Τι μου θύμισες τώρα με αυτό. Κάποτε είχα συζητήσει μ' έναν γέρο και μου είχε πει ακριβώς αυτό για τον έρωτα: και καλά όταν ξεκινά στο ένα σώμα είναι πιο καλοπροαίρετος κι όταν μεταναστεύει στον άλλο γίνεται πιο επιθετικός, πιο άγριος!
(σκέφτεται λίγο, ενώ ο άλλος πίνει καφέ)
- Ωχ, κοίτα τι διάβασα!
- Μισό να παραγγείλω κι άλλο καφέ! (κάνει νόημα, αλλά δεν τον βλέπει κανείς) Δε με βλέπει!
- Λογικό!
- Αν αδειάσει τραπέζι, θες να φύγω;
- (δεν απαντά)
- (χαζεύει λίγο και μετά βγάζει κι αυτός μια εφημερίδα) Ααα! Μήπως θες να σου πω τον καφέ;
- Πιστεύεις σε αυτά;
- Δεν χρειάζεται να πιστεύεις για να πεις κάτι.
- Ναι, αλλά χρειάζεται να πιστεύεις για να σου βγουν αυτά που λέει το φλιτζάνι.
- Σωστά. Έτσι είναι πάντοτε.
- Τελοσπάντων, εγώ δεν πιστεύω. Κάτσε μισό λεπτό να πάω στη τουαλέτα.
(βγαίνει, εκείνος κάθεται, τελειώνει τον καφέ του ολόκληρο και τρώει και λίγο κατακάθι που τον ανατριχιάζει)
- Κατακάθι, μπλιαααχ! (πίνει λίγο νερό, κοιτά μήπως έρχεται, χαζεύει λίγο και μετά παίρνει τα χαρτιά της, ώσπου διαβάζει κάτι, ξαφνιάζεται, σηκώνεται να πάει να τη βρει)
(περνά λίγη ώρα κι εμφανίζονται μαζί και ξανακάθονται)
- Α! Ξέχασα να σου πω: πέθανε ο Γιάννης.
- Τι είχες Γιάννη; Τι είχα πάντα, δηλαδή!
- Επίσης, η Μαιρούλα, η ανιψιά του κυρ Κώστα, έμαθε την προπαίδεια του 8.
- Θες να παίξουμε ένα παιχνίδι; Λέγεται "Μπουμ"! Στο "8", στα πολλαπλάσιά του και σε αριθμούς που έχουν μέσα το 8, λέμε μπουμ και μετά ο άλλος συνεχίζει να μετρά σα να μετρήθηκαν κανονικά οι αριθμοί. Οκ; Κατάλαβες;
- Αμέ!
- Πάμε, τότε. Ξεκινάω. 1.
- 2
- 3
- 4
- 5
- 6
- 7
- Μπουμ
- 9
- 10
- 11
- 12
- 13
- 14
- 15
- Μπουμ
- 17
- Μπουμ
- 19
- 20
- 21
- 22
- 23
- Μπουμ
- 25
- 26
- 27
- Μπουμ
- 29
- 30
- 31
- 32
- Έχασες!
- Μα όλο εγώ έλεγα "Μπουμ"! Σαν να εκρήγνυμαι είναι. Χαχαχα!
- (χαμογελά) Τώρα που είπες για έκρηξη, ξέρεις τις σουπερνόβα; Έχεις δει;
- Όχι!
- (έκπληκτος) Δεν έχεις ταξιδέψει ποτέ στ' αστέρια;
- (τον κοιτά απαθώς και λίγο ξαφιασμένη)
- Κοίτα, όταν ένα άστρο είναι πολύ μεγάλο, αντί να γίνει από ένα μεγάλο άστρο, ένα νανάκι άστρο, τότε εκρήγνυται και αυτό λέγεται σουπερνόβα και δημιουργείται στη θέση του μια μαύρη τρύπα, που ρουφά τα πάντα, ως και το φως.
- Τότε, σίγουρα, όλοι οι άνθρωποι κάνουν τέτοια μπουμ!
- (την κοιτά κάπως γοητευμένος κι ενθουσιασμένος)
- Η κυρα-Ισμήνη έκαψε το φαγητό, που ήταν τ' αγαπημένο της εγγονής της, που πήγε να τη δει μετά από 6 μήνες που είχε πάει για σπουδές στο εξωτερικό!
- Ωχ, η καημένη!
- Τελικά, η εγγονή -Ισμήνη κι αυτή- της έφτιαξε μια πίτσα και τα είπανε και γελάσανε.
- Τουλάχιστον, σίγουρα η κυρα-Ισμήνη, θα έχει ζήσει έστω μια χαρά στη ζωή της.
- Λες να αξίζει να ζεις τόσα χρόνια μες στην πίκρα για μια απειροελάχιστη χαρά;
- (γνέφει σα να μην ξέρει)
- Κακοποίησαν και τη Σοφία. Τον έπιασαν αυτόν.
- Κάτι είναι κι αυτό!
- Βέβαια, υπέστη κι άλλη κακοποίηση μετά. Η μάνα της, ο ανακριτής, ο δικαστής, τα κανάλια, όλο άσεμνες ερωτήσεις...!
- Αν είναι δυνατόν! Έχει τον πόνο της η κοπέλα, έχει κι αυτούς!
- Αμ, ναι! Τη ρωτούσαν διάφορα έτσι πρόστυχα: τι εσώρουχα φοράει, αν υπάρχει θεός, τι χρώμα έχει ο ουρανός της, τι της αρέσει να τρώει.
- (πίνει μια γουλιά καφέ ο άλλος, ξεχνώντας πως έχει μείνει το κατακάθι) Ααα! Ξέχασα, πως έχει μείνει το κατακάθι.
- Απαίσιο ε;
- Ε, λιγάκι! Πού να είναι ο καφές μου;
- Πώς νιώθεις δύο μέρες μετά την καταστροφή του κόσμου;
- Εντάξει, λίγο πονοκέφαλο, αλλά πιστεύω, ότι οφείλεται στους πολλούς καφέδες!
- (διαβάζει την εφημερίδα) Δε γράφουν πουθενά εδώ κάτι έστω γι' αυτό το θέμα.
- ΜΟΝΟ γι' αυτό το θέμα γράφουν, πίστεψέ με!
- Δηλαδή τι; Να μη διαβάζω εφημερίδες;
- Αυτό από πού το συμπέρανες από όσα είπα;
- Καλά, συγγνώμη!
- Απλώς εντάξει, αυτό ήταν πάντα η επικοινωνία, πόσω μάλλον η ενημέρωση: μια σχέση εξουσίας. Ο πομπός εξουσιάζει, ο δέκτης εξουσιάζεται.
- Όταν αλλάζουν, αλλάζει κι η σχέση;
- (γνέφει πως δεν ξέρει) Ενώ η προσευχή (και σταματά σα να σκέφτηκε κάτι)
- Τι η προσευχή;
- (σαν να αφουγκράζεται κάτι)
- Έγινε κάτι;
- Σσστ!
- (κάνει ν' ακούσει κι εκείνη)
- (σταματά σα να πέρασε)
- Τι έγινε καλέ;
- Τίποτε, νόμιζα πως κάτι άκουγα!
- Τι;
- Τίποτε!
- Καλά συγγνώμη.
- (πίνει τον καφέ της, που τελειώνει) Πάει κι ο δικός μου! Να πληρώσω...
- Να σε κεράσω;
- Σε παρακαλώ όχι, μην επιμείνεις καν, θα προσβληθώ ειλικρινά!
- Οκ, μια κουβέντα είπα. Τουλάχιστον κάτσε λίγο.
- Καλέ, ναι, απλώς να πληρώσω λίγο, για να μπορώ να φύγω όποτε θέλω.
- Θα πεις και για τον καφέ μου;
- Αμέ! Θα πάω και λίγο τουαλέτα. Μου φέρνει συχνοουρία ο καφές.
- Οκ! (εκείνη φεύγει κι εκείνος ξανακοιτά την εφημερίδα του, ενώ παίρνει το τηλέφωνό του και μιλά με κάποιον) Ναι! Όλα εντάξει! Ναι, ναι, μην ανησυχείς! Μόνο κάνε γρήγορα! Έλα γεια!
- (επιστρέφει)
- Θες να παίξουμε ένα παιχνίδι;
- Κι άλλο;
- Τι άλλο να κάνουμε;
- Άντε πες...!
- Λοιπόν, θα σου λέω τρία πράγματα που θα έχουν μεταξύ τους μια α, χ, ψ σχέση. Ύστερα από παραδείγματα κι ύστερα από λάθη σου - γιατί θα τολμάς να κάνεις λάθος, αλλιώς δε θα καταλάβεις τον κανόνα, που κρύβεται από πίσω - θα δεις τι γαμάτο παιχνίδι είναι. Εντάξει;
- Για να δούμε!
- Λοιπόν, το Α είναι το φλυτζάνι, το Β είναι το πιάτο του, το Γ είναι το κατακάθι. Ωραία;
- Ναι.
- Άλλο παράδειγμα: το Α είναι ο τοίχος, το Β είναι το κόκκινο (πάει να τον διακόψει) το Γ είναι το μπλουζάκι μου..
- Χμ!
- Πάμε μία;
- Ρίξε!
- Το Α είναι το σημάδι αυτό στο φλυτζάνι, το Β είναι το κουμπί του πουκάμισού μου. Ποιο είναι το Γ;
- Το μανίκι.
- Όχι!
- Ο καφές;
- Όχι! Άλλο: Το Α είναι το σημάδι αυτό στο φλυτζάνι, το Β είναι το τραπέζι. Ποιο είναι το Γ;
- Το σημάδι αυτό στο τραπέζι.
- Όχι!
- Εεε! Το Γ, το Γ, το Γ είναι το σημάδι στο πιάτο του φλυτζανιού.
- Σωστό!
- Το βρήκα!
- Άλλο: το Α είμαι εγώ, το Β είσαι συ. Ποιο είναι το Γ;
- Το τραπέζι.
- Όχι!
- Το, το χαλί!
- Όχι! Άλλο: το Α είμαι εγώ, το Β είναι το τραπέζι. Ποιο είναι το Γ;
- Το Γ ε; Το Γ είμαι εγώ.
- Σωστό!
- Ρε, κοίτα να δεις.
- Άλλο, να δω αν κατάλαβες τον κανόνα: το Α είναι το κόκκινο του τοίχου, το Β είναι ο χρόνος. Ποιο είναι το Γ;
- Το Γ; Δεν ξέρω...
- Όχι!
- Μα δεν απάντησα.
- Ε, απάντα.
- Ωραία, δεν ξέρω. Το Γ είναιιι... δεν ξέρω, ειλικρινά.
- Σωστά!
- Ε;
- Άλλο: το Α είναι ο θεός, το Β είναι ο άνθρωπος. Ποιο είναι το Γ;
- Η πίστη;
- Όχι!
- Ε ποιο είναι το Γ; Εεε, το Γ είναι η ψυχή.
- Σωστό!
- Άντε πάλι!
- Άλλο: το Α είναι ο άνθρωπος, το Β είναι ο θεός, ποιο είναι το Γ;
- Η ψυχή.
- Λάθος!
- Τι; Γιατί;
- Δεν είναι η ψυχή. Το Γ, όμως, είναι η ψυχή.
- Δεν καταλαβαίνω.
- Άλλο: το Α είναι η εμπιστοσύνη, το Β είναι ο σεβασμός, ποιο είναι το Γ;
- Η ειλικρίνεια;
- Όχι, το Γ είναι η ειλικρίνεια. Άλλο: το Α είμαι εγώ, το Β είναι ο θεός, ποιο είναι το Γ;
- Δεν ξέρω.
- Λάθος, το Γ είναι το δεν ξέρω.
- Ααα! Κατάλαβα! Πες μου ένα άλλο!
- Το Α είμαι εγώ, το Β είσαι συ, ποιο είναι το Γ;
- Το Γ είναι ο σκύλος μου.
- Σωστό! Το Α είναι ο σκύλος σου, το Β είναι ο καφές, ποιο είναι το Γ;
- Το Γ είναι ο χρόνος.
- Σωστό!
- Χαχα! Καλό! Μου έσπασε βέβαια λίγο τα νεύρα, αλλά καλό!
- Είδες;
- (ανασκουμπώνεται λιγάκι) Αυτή η συχνοουρία μ' έχει πεθάνει.
- Η καφεϊλα θα φταίει.
- Εσύ φταις.
- Εγώ;
- Ναι! (και σηκώνεται και πάει τουαλέτα πάλι)
- (εκείνος παίρνει την εφημερίδα, την ξεφυλλίζει γι' αρκετή ώρα - εκείνη έχει αργήσει, παρά τη μέχρι τώρα συνήθειά της. Εκείνος κοιτά το ανύπαρκτο ρολόι του και διπλώνει την εφημερίδα. Περιμένει, περιμένει, περιμένει. Ξαναπαίρνει τηλέφωνο, αλλά φαίνεται να μην αποκρίνεται κανείς από την άλλη γραμμή. Πάει να πιει καφέ και θυμάται ότι έχει μείνει το κατακάθι. Κοιτά, μπας κι έρχεται ο καφές. Σηκώνεται και βγαίνει κι εκείνος έξω. Η σκηνή μένει άδεια κάποιες στιγμές. Ύστερα ξαναμπαίνει ο ίδιος με άλλα ρούχα και χωρίς γυαλιά και ατίθασο μαλλί)


- (επιστρέφει κι εκείνη μιλώντας στο κινητό της) Ναι! Όλα καλά; Ωραία τέλεια! Οκ, θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ! Έλα γεια σου κι εσένα!
- Θες να παίξουμε ένα παιχνίδι;
- Κι άλλο;
- Τι άλλο να κάνουμε;
- Άντε πες...!
Λοιπόν, θα σου λέω τρία πράγματα που θα έχουν μεταξύ τους μια α, χ, ψ σχέση. Ύστερα από παραδείγματα κι ύστερα από λάθη σου - γιατί θα τολμάς να κάνεις λάθος, αλλιώς δε θα καταλάβεις τον κανόνα, που κρύβεται από πίσω - θα δεις τι γαμάτο παιχνίδι είναι. Εντάξει;
Εντάξει
Ωραία, περίμενε να πάω λίγο τουαλέτα!
(εκείνη συνεχίζει να διορθώνει τα γραπτά της ώσπου έρχεται η σερβιτόρα με έναν καφέ)
-- Ο καφές σας!
Να σας πληρώσω γιατί πριν είχε πολύ κόσμο;
-- Ναι! (ενώ υπάρχουν τρία φλυτζάνια στο τραπέζι)
Αυτά εδώ (δείχνοντας και τα τρία)
-- Δύο καφέδες, ένα ευρώ!
(κάνει να της δώσει τα κέρματα)
-- Αν μπορείτε ρίξτε τα στη σχισμή εδώ στην πλάτη μου! (η γυναίκα τα χάνει, κοιτάει και βρίσκει τη σχισμή και όντως ρίχνει εκεί τα λεφτά) Με συγχωρείτε, αλλά σαν γουρούνι που είμαι ή ζαμπόν θα γινόμουνα ή κουμπαράς!

(Μεγάλη σημασία και έκταση να δοθεί στις παύσεις, έτσι που καλά καλά το όλο έργο να είναι παύσεις)


©ΑΚ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου